26. To σχίσμα του 1054: γεγονός μεγάλης οδύνης

Με τη διαίρεση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε Ανατολική και Δυτική, αργά αλλά βαθμιαία διακρίθηκε και η Εκκλησία σε Ανατολική και Δυτική. Τον 11ο μ.Χ. αιώνα οι διαφορές μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας είχαν πολλαπλασιαστεί και ενταθεί.

α. Η απομάκρυνση Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας. Τα αίτια του Σχίσματος

Τον 5ο και τον 6ο μ.Χ. αιώνα ο Πάπας αντιδρά έντονα στα ίσα «πρεσβεία τιμής», (ισοτιμία) των δύο Εκκλησιών (Ανατολικής και Δυτικής), που είχαν αναγνωριστεί από τις Β΄ και Δ΄ Οικουμενικές Συνόδους. Στους αιώνες αυτούς η Ανατολική Εκκλησία αναπτυσσόταν και άκμαζε, ενώ η Δυτική παρακολουθούσε τις διαρκείς πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που συντελούνταν στη Δυτική Ευρώπη και προσπαθούσε να διατηρήσει το κύρος και τη δύναμη που είχε τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες.
πατρ.-ΦώτιοςΣτις αρχές του 9ου αι. οι Εκκλησίες Ανατολής και Δύσης βρίσκονται σε διένεξη με αφορμή τη χειροτονία του Φωτίου και την εκλογή του, σε ελάχιστο χρόνο, ως Πατριάρχη. Η διαδικασία αυτή δεν προβλέπεται από τους κανόνες της Εκκλησίας και γι΄ αυτό το λόγο δε γίνεται αποδεκτή από τη Δυτική Εκκλησία. Το 879 αναγνωρίζεται τελικά ο Φώτιος ως νόμιμος Πατριάρχης και από τη Δυτική Εκκλησία, και η κρίση μεταξύ των Εκκλησιών εκτονώνεται. Στη σύγκρουση, όμως, είχαν αναδειχθεί δογματικές και εκκλησιαστικές διαφορές:
α. Στο «Σύμβολο της Πίστεως» η Δυτική Εκκλησία προσέθεσε τη λέξη filioque (Το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Yιού). Όμως, αυτή η διπλή εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και από τον Πατέρα και από τον Yιό καταλύει το δόγμα της Αγίας Τριάδας, γιατί κάθε πρόσωπό της είναι μοναδικό, ανεπανάληπτο και έχει τα δικά του αποκλειστικά χαρακτηριστικά (ο Πατέρας είναι αγέννητος-άναρχος, ο Yιός γεννάται από τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα). Η ανάμειξη των αποκλειστικών αυτών ιδιοτήτων των προσώπων της Αγίας Τριάδας δημιουργεί σύγχυση και ακυρώνει την κοινωνία τους στη βάση της ισότητας και της διαφοράς. Με την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος και από τον Πατέρα και από τον Yιό δεν έχουμε μόνο διαρχία στην Αγία Τριάδα αλλά και μία σαφή υποτίμηση του Aγίου Πνεύματος.
β. Η Δυτική Εκκλησία άρχισε να περιβάλλει το θεσμό του επισκόπου Ρώμης με εξουσία ασυνήθιστη για την υπόλοιπη Εκκλησία. Αναγνωρίζεται, δηλαδή, το ιδιαίτερο πρωτείο του Πάπα σε θέματα διοίκησης και πίστης στην Εκκλησία, ο οποίος έτσι τείνει να αντικαταστήσει το συνοδικό σύστημα της Εκκλησίας.
Αν και οι κύριες αιτίες του Σχίσματος ήταν δογματικές, η οριστική ρήξη μεταξύ των Εκκλησιών επήλθε εξαιτίας κρίσης στην Ιταλία, στα μέσα του 11ου μ.Χ. αι.
Οι κάτοικοι της νότιας Ιταλίας και της Σικελίας θαύμαζαν τις παραδόσεις και τη λαμπρότητα της Ανατολικής Εκκλησίας και Αυτοκρατορίας. Ο Πάπας Λέων Θ΄ (1049-1054) προσπάθησε να εισαγάγει τα λατινικά έθιμα στη λατρεία, στην εκκλησιαστική και στην κοινωνική ζωή των περιοχών αυτών. Ο Πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος (1043-1069) αντέδρασε σθεναρά και έδωσε εντολή να κλείσουν όλα τα λατινικά μοναστήρια και ναοί στην Κωνσταντινούπολη. Η αφορμή για το Σχίσμα δόθηκε.

β. Το Σχίσμα: γεγονότα και σύγκρουση των Εκκλησιών

Michael KeroulariosPope-Leo IX

Ο Πατριάρχης Μιχαήλ Κηρουλάριος με επιστολή του καταδικάζει με σφοδρό-τητα τις καινοτομίες της Δυτικής Εκκλησίας. Ο Πάπας ορίζει τον καρδινάλιο Ουμβέρτο επικεφαλής της αποστολής που θα μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη να παραδώσει επιστολές προς τον αυτοκράτορα και τον Πατριάρχη. Με τις επιστολές αυτές ο Πάπας Λέων Θ΄ διεκδικεί την προσάρτηση των Εκκλησιών της Βουλγαρίας και της Ιλλυρίας στη δικαιοδοσία του, ενώ συγχρόνως αμφισβητεί τον τίτλο του Οικουμενικού Πατριάρχη για τον Μ. Κηρουλάριο. Όταν ο Ουμβέρτος πληροφορείται το θάνατο του Πάπα (15/4/1054), επισπεύδει τις κινήσεις του.
Ο Ουμβέρτος φέρεται αλαζονικά. Yποστηρίζει απόλυτα το παπικό πρωτείο. Ο Μ. Κηρουλάριος, από την πλευρά της Ανατολικής Εκκλησίας, πιστεύει ότι ο Πάπας πρέπει να διαπραγματεύεται μαζί του ως ίσος προς ίσο. Είναι έτοιμος να καταδικάσει απερίφραστα όλες τις καινοτομίες της Δυτικής Εκκλησίας.
Το κλίμα φορτίστηκε, όταν διαβάστηκαν οι επιστολές του Πάπα από τους αντιπροσώπους του. Στην απογευματινή Θεία Λειτουργία του Σαββάτου, της 16ης Ιουλίου 1054, την ώρα της τέλεσης του μυστηρίου, ο καρδινάλιος Ουμβέρτος προκλητικά καταθέτει, μαζί με τους άλλους δύο παπικούς αντιπροσώπους, στην Αγία Τράπεζα του ναού της Aγίας Σοφίας τον αφορισμό του Πατριάρχη Μιχαήλ Κηρουλάριου και των κυριότερων συνεργατών του και αναθεματίζει ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησία. Οι δυτικοί αντιπρόσωποι αποχωρούν επιδεικτικά από το ναό.
Ο Πατριάρχης συγκαλεί στις 24 Ιουλίου 1054 Σύνοδο, στην οποία αναθεματίζει και αφορίζει τους συντάκτες της επιστολής της Δυτικής Εκκλησίας και όλους όσοι την ακολουθούν.
Οι Πατριάρχες της Ανατολής (Ιεροσολύμων, Αντιοχείας και Αλεξανδρείας) ενημερώνονται για τα γεγονότα από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και συντάσσονται μαζί του, παραμένοντας πιστοί στην Ορθοδοξία
.
Το Σχίσμα των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης είναι πια πραγματικότητα.

γ. Συνέπειες του Σχίσματος σε Ανατολή και Δύση

Το Σχίσμα αποτελεί καμπή στην ιστορία της Εκκλησίας. Οι συνέπειές του συνοψίζονται στα εξής:
Ο Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης αυξάνει βαθμιαία την πνευματική κυριαρχία στην Ανατολή, όπου διατηρείται το συνοδικό σύστημα στη διοίκηση της Εκκλησίας.
Για την πολιτική ζωή της αυτοκρατορίας το Σχίσμα είναι καταστροφικό. Η Δύση εκτρέφει συνεχώς σχέδια κατάκτησης της Ανατολής με τις Σταυροφορίες. Με την τέταρτη Σταυροφορία (1202-1204) καταλαμβάνει και καταστρέφει την Πόλη. Προσπαθεί να επιβάλει στα κατακτημένα μέρη τα λατινικά έθιμα. Αντιμετωπίζει τους ορθοδόξους ως εχθρούς χειρότερους και από τους μουσουλμάνους, οι οποίοι αποτελούσαν το πρόσχημα της Σταυροφορίας.
Λίγους αιώνες αργότερα, η Δυτική Εκκλησία γνωρίζει κρίσεις και διαδοχικά σχίσματα (π.χ. Προτεσταντισμός) που είχαν ως αιτία τους τις αυταρχικές θέσεις της ρωμαϊκής Εκκλησίας σε ζητήματα εκκλησιαστικά, αλλά και πολιτικά.

δ. Προσπάθειες άρσης του Σχίσματος των Εκκλησιών

Από το 1054 μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης, το 1453 έγιναν απόπειρες για την άρση του Σχίσματος. Οι αυτοκράτορες -κυρίως οι Παλαιολόγοι- περίμεναν βοήθεια από τη Δύση για να αντιμετωπίσουν τους Σελτζούκους Τούρκους και κατόπιν τους Οθωμανούς. Οι απαιτήσεις, όμως, των Παπών για κυριαρχία και υπαγωγή της Ανατολής στην εκκλησιαστική τους δικαιοδοσία εύρισκαν εμπόδιο το ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα του λαού.
Οι σημαντικότερες προσπάθειες ένωσης των Εκκλησιών επιχειρήθηκαν με τη Σύνοδο της Λυών (1274) και της Φερράρας-Φλωρεντίας (1438-1439).
Στη Λυών, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος προσπάθησε να ενώσει τις δύο Εκκλησίες, για να ενισχύσει πολιτικά και στρατιωτικά την ανατολική αυτοκρατορία, η οποία κινδύνευε από τους Τούρκους. Οι αξιώσεις του Πάπα και η αντίδραση που αυτές προκάλεσαν εμπόδισαν την ένωση των Εκκλησιών.
Για τον ίδιο λόγο συμμετείχε στη Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας ο Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος. Πολλοί υπέγραψαν την ένωση, πιεζόμενοι με κάθε θεμιτό και αθέμιτο μέσο. Ελάχιστοι αντέδρασαν, με πρώτο τον Μάρκο τον Ευγενικό, επίσκοπο Εφέσου. Τα Πατριαρχεία της Ανατολής συμφώνησαν με τη θεολογία του Μάρκου και η ένωση -περισσότερο υποτέλεια στη Δύση θα ήταν- ακυρώθηκε στην πράξη.
Οι προσπάθειες πάντως «?να πάντες ?ν ?σιν» (για την ενότητα της Εκκλησίας) δε σταμάτησαν ποτέ. Στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας ήταν αδύνατη κάθε απόπειρα για έναν εκκλησιαστικό διάλογο. Στον εικοστό, όμως, αιώνα έγιναν βήματα προόδου σε επίπεδο διαλόγου και επικοινωνίας μεταξύ του Ανατολικού και Δυτικού Χριστιανισμού.