17. Ο Ιησούς υπερασπίστηκε και εξύψωσε τις γυναίκες και τα παιδιά στην καινούρια ανθρωπότητα

α΄ (Ιω 8, 3-11)
3
 Τότε2 οι δάσκαλοι του Νόμου και οι Φαρισαίοι έφεραν μια γυναίκα που την είχαν συλλάβει για προσβολή της συζυγικής τιμής (μοιχεία)· την έβαλαν στη μέση

4 και του είπαν: «Διδάσκαλε, αυτή τη γυναίκα την έπιασαν επ΄ αυτοφώρω να διαπράττει μοιχεία.
5 Ο Μωυσής στον Νόμο μάς έχει δώσει εντολή να λιθοβολούμε3 τέτοιου είδους γυναίκες· εσύ τι γνώμη έχεις;»
6 Αυτό το έλεγαν για να του στήσουν παγίδα, ώστε να βρουν κάποια κατηγορία εναντίον του. Ο Ιησούς τότε έσκυψε κάτω και με το δάχτυλο έγραφε στο χώμα.
Καθώς όμως επέμεναν να τον ρωτούν, σηκώθηκε πάνω και τους είπε: «Όποιος ανάμεσά σας είναι αναμάρτητος ας ρίξει πρώτος πέτρα πάνω της».
8 Κι έσκυψε πάλι κάτω κι έγραφε στο χώμα.
9 Αυτοί όμως, όταν άκουσαν την απάντηση, άρχισαν ? με πρώτους τους γεροντότερους ? να φεύγουν ένας ένας, μέχρι και τον τελευταίο, και έμεινε μόνος ο Ιησούς και η γυναίκα στη μέση.
10 Τότε σηκώθηκε όρθιος ο Ιησούς και τη ρώτησε: «Γυναίκα, πού είναι οι κατήγοροί σου; Κανένας δεν σε καταδίκασε;»
11 Εκείνη απάντησε: «Κανένας, Κύριε». «Ούτε εγώ σε καταδικάζω», είπε ο Ιησούς· «πήγαινε, κι από δω και πέρα μην αμαρτάνεις πια».

β΄(Μκ 10, 13-16)
13
 Έφεραν στον Ιησού παιδιά, για να τα ευλογήσει4· οι μαθητές όμως μάλωσαν αυτούς που τα έφεραν.

14 Όταν το είδε ο Ιησούς αγανάκτησε και τους είπε: «Αφήστε τα παιδιά να έρχονται σ΄ εμένα. Μη τα εμποδίζετε. Γιατί η Βασιλεία του Θεού ανήκει σε ανθρώπους που είναι σαν κι αυτά.
15 Σας διαβεβαιώνω πως όποιος δεν δεχτεί τη Βασιλεία του Θεού σαν παιδί δεν θα μπει σε αυτήν».
16 Τότε πήρε τα παιδιά στην αγκαλιά του και τα γέμιζε με ευλογίες βάζοντας τα χέρια του πάνω τους.