15. Η παραβολή του σπλαχνικού Σαμαρείτη: Ο πλησίον μας και εμείς

(Λκ 10, 25-37)

25 Κάποιος νομοδιδάσκαλος παρουσιάστηκε στον Ιησού και, για να τον φέρει σε δύσκολη θέση, τον ρώτησε: «Διδάσκαλε, τι πρέπει να κάνω για να κερδίσω την αιώνια ζωή;»
26 Κι ο Ιησούς του είπε: «Ο Νόμος τι γράφει;» 
27 Εκείνος απάντησε: «Να αγαπάς τον Κύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου και με όλη την ψυχή σου, με όλη τη δύναμή σου και με όλον τον νου σου · και τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». 
28 «Πολύ σωστά απάντησες», του είπε ο Ιησούς· «αυτό κάνε και θα ζήσεις».
29 Εκείνος όμως, θέλοντας να δικαιολογήσει τον εαυτό του, είπε στον Ιησού: «Και ποιος είναι ο πλησίον μου1
30 Πήρε τότε αφορμή ο Ιησούς και είπε: «Κάποιος άνθρωπος, κατεβαίνοντας από τα Ιεροσόλυμα για την Ιεριχώ2, έπεσε πάνω σε ληστές. Αυτοί τον ξεγύμνωσαν, τον τραυμάτισαν κι έφυγαν παρατώντας τον μισοπεθαμένο. 
31 Έτυχε να κατεβαίνει από κείνον τον δρόμο και κάποιος ιερέας3, ο οποίος, παρ΄όλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία. 
32 Το ίδιο και κάποιος λευίτης4, που περνούσε από κείνο το μέρος· κι αυτός, παρ΄όλο που τον είδε, τον προσπέρασε χωρίς να του δώσει σημασία.
33 Κάποιος όμως Σαμαρείτης5, που ταξίδευε, ήρθε προς το μέρος του, τον είδε και τον σπλαχνίστηκε.
34 Πήγε κοντά του, άλειψε τις πληγές του με λάδι και κρασί6 και τις έδεσε καλά. Μάλιστα τον ανέβασε στο δικό του το ζώο, τον οδήγησε στο πανδοχείο και φρόντισε γι? αυτόν. 
35 Την άλλη μέρα φεύγοντας έβγαλε κι έδωσε στον πανδοχέα δύο δηνάρια7 και του είπε: Φρόντισέ τον, και ό,τι παραπάνω ξοδέψεις, εγώ όταν ξαναπεράσω θα σε πληρώσω». 
36 Ποιος λοιπόν από αυτούς τους τρεις, κατά τη γνώμη σου, έγινε «πλησίον» εκείνου που έπεσε στους ληστές;» 
37 Κι εκείνος απάντησε: «Αυτός που έμπρακτα έδειξε ευσπλαχνία». Τότε ο Ιησούς του είπε: «Πήγαινε, και να κάνεις και σύ το ίδιο».